ἐπιτομήν

ἐπιτομήν
ἐπιτομή
cutting on the surface
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • επιτομή — η (AM ἐπιτομή) [επιτέμνω] νεοελλ. σύντομο σύγγραμμα, όπου εκτίθεται περιληπτικά το περιεχόμενο άλλου εκτενέστερου συγγράμματος μσν. «ἐπιτομή νόμων» ιδιωτική συλλογή διατάξεων τού βυζαντινού δικαίου αρχ. 1. η κατά την επιφάνεια τομή («τὴν τῆς… …   Dictionary of Greek

  • Stephanus of Byzantium — Stephanus of Byzantium, also known as Stephanus Byzantinus (Greek: polytonic|Στέφανος Βυζάντιος; fl. 6th century) was the author of an important geographical dictionary entitled Ethnica (polytonic|Εθνικά). Of the dictionary itself only meagre… …   Wikipedia

  • ARTEMIDORUS — Ephesius, qui, ut Marcianus Heracleota in Periplo testatur, vixit, κατα ρξθ´ Ο᾿λυηπιάδα, h. e. Olymp. 169. quô tempore Prolemaeô Lathyrô ex Aegypto pulsô, mater eius Cleopatra regnabat cum iuniore filio Alexandro; qui totus erat in matris… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • BRUTUS Junius (M) — I. M. Junius BRUTUS percussoris Caesaris pater, quem tres de Iure Civili scripsisse libros, Cicer. l. 2. de Oratore, c. 55. auctor est, Marianas partes secutus a Pompeio victus, profligatusque est. Post mortem Syllae, quum Lepidus Consul bellum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • OPPUGNATIO Urbium — vel primô impetu peragitur: quemadmodum Gomphos Iulius Caesar, usus singulari militum studiô, eôdem quô venerat die expugnavit, l. 3. de bello Civ. c. 80. vel longiorem moram requirit. Quod si itaque propter fossarum latitudinem, murorumque… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εξεργάζομαι — (AM ἐξεργάζομαι) [εργάζομαι] κατεργάζομαι, δουλεύω καλά αρχ. 1. φέρω σε πέρας, ολοκληρώνω («καὶ τὶς βλέποντα σώματ ἐξεργάζεται;», Ευρ.) 2. (για αγρό) καλλιεργώ 3. (για φυτά) περιποιούμαι 4. (για συγγραφέα) επεξεργάζομαι 5. απόλ. πραγματεύομαι… …   Dictionary of Greek

  • συντάσσω — ΝΜΑ, και αττ. τ. συντάττω και ξυντάσσω Α [τάσσω] 1. (ιδίως σχετικά με στρατό) βάζω στη σειρά, παρατάσσω 2. διατυπώνω κάτι εγγράφως, συγγράφω (α. «συντάσσω συμβόλαιο» β. «αὐτὸς ἄχρι τῆς ἑσπέρας ἔγραφε συντάττων ἐπιτομὴν Πολυβίου», Πλούτ.) 3. γραμμ …   Dictionary of Greek

  • Δανιήλ — I (7ος 6ος αι. π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Υπήρξε ένας από τους μεγάλους Εβραίους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Δ., το όνομα του οποίου στα εβραϊκά σημαίνει ο θεός κρίνει, μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα με την πρώτη ομάδα Εβραίων (605 π.Χ.)… …   Dictionary of Greek

  • Χιώτης, Παναγιώτης — (1814 – 1896). Ιστορικός συγγραφέας. Καταγόταν από τη Ζάκυνθο. Στα χρόνια της αγγλικής προστασίας, διετέλεσε καθηγητής του Λυκείου του νησιού. Μετά την ένωση, υπηρέτησε ως απλός ελληνοδιδάσκαλος και από το 1883 και μετά τοποθετήθηκε και έφορος… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”